Η Γνώμη μας

Χρόνοι παραγραφής μετά την απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ 1738/2017.

Image

Με την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1738/2017 κρίθηκε οριστικά, και μάλιστα ομόφωνα, το πολύ σημαντικό ζήτημα της παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς έλεγχο για την επιβολή φόρων και το πότε μπορεί να παραταθεί νομοθετικά το δικαίωμά του αυτό και να είναι συνταγματικά επιτρεπτό.

Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας και δημοσιοποίησης της απόφασης αυτής παραθέτουμε προς διευκόλυνση των αναγνωστών μας τα ακόλουθα:

1. Η ολομέλεια του ΣτΕ με την απόφασή της αυτή (1738/2017) έκρινε βασιζόμενη στα απορρέοντα από την αρχή του κράτους δικαίου, την αρχή της ασφάλειας δικαίου και στηριζόμενη στο άρθρο 78 του Συντάγματος στο οποίο ορίζονται τα εξής:

«1. Κανένας φόρος δεν επιβάλλεται ούτε εισπράττεται χωρίς τυπικό νόμο που καθορίζει το υποκείμενο της φορολογίας και το εισόδημα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους στις οποίες αναφέρεται ο φόρος.

2. Φόρος ή άλλο οποιοδήποτε οικονομικό βάρος δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμο αναδρομικής ισχύος που επεκτείνεται πέρα από το οικονομικό έτος το προηγούμενο εκείνου κατά το οποίο επιβλήθηκε».

«Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ερμηνευομένων ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων ως προς τις πηγάζουσες από την αρχή της ασφάλειας δικαίου απαιτήσεις, η πρόβλεψη στο νόμο ότι με την πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος παραγράφεται η αξίωση του Δημοσίου για τη βεβαίωση και επιβολή συγκεκριμένου φόρου συνιστά ουσιαστικό στοιχείο της οικείας φορολογικής ενοχής κατά την παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου 78 (ΣτΕ Ολ. 3174/2014). Ως ουσιαστικό δε στοιχείο της φορολογικής ενοχής η διάρκεια της παραγραφής πρέπει να καθορίζεται εκ των προτέρων, ενώ μεταβολή της με την πρόβλεψη επιμηκύνσεως είναι δυνατή μόνον υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του ανωτέρω άρθρου 78 του Συντάγματος, δηλαδή με διάταξη θεσπιζόμενη το αργότερο το έτος, που έπεται εκείνου, στο οποίο ανάγεται η φορολογική υποχρέωση. Κατά συνέπεια, διάταξη νόμου περί παρατάσεως χρόνου παραγραφής φορολογικών αξιώσεων, οι οποίες ανάγονται σε ημερολογιακό έτος προγενέστερο του προηγουμένου της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού έτους, είναι ανίσχυρη ως αντικείμενη στην απορρέουσα από την αρχή του κράτους δικαίου αρχή της ασφάλειας δικαίου και στις εξειδικεύουσες αυτήν ειδικώς στο φορολογικό δίκαιο ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, για τον λόγο ότι θα τροποποιούσε κατά τον τρόπο αυτό αναδρομικά εις βάρος των φορολογουμένων το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο στον οποίο ανάγονται οι φορολογικές τους υποχρεώσεις όσον αφορά ουσιαστικό στοιχείο των εν λόγω υποχρεώσεων.»

2. Από την σημαντική αυτή απόφαση ουσιαστικά ακυρώνονται όλες οι αλλεπάλληλες παρατάσεις παραγραφής αφού όλες δόθηκαν στη λήξη της προθεσμίας παραγραφής και όχι «σε ημερολογιακό έτος προγενέστερο του προηγουμένου της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού έτους».

Με βάση αυτά δεν μπορεί να μεταβληθεί ο χρόνος παραγραφής μετά το επόμενο έτος π.χ. για το ημερολογιακό έτος 2011 παράταση παραγραφής θα μπορούσε να δοθεί νομοθετικά μέχρι τέλος του 2012 ή για το 2005 παράταση παραγραφής θα μπορούσε να δοθεί νομοθετικά μέχρι τέλος του 2006.

3. Κατόπιν της απόφασης της ολομέλειας του ΣτΕ 1738/2017 και έχοντας υπόψη τις διατάξεις των άρθρων 84 παρ.1 - 4, 68 παρ.2 του ν.2238/1994 και άρθρο 36 ν.4174/2013 οι προθεσμίες παραγραφής διαμορφώνονται ως εξής:

3.1. Η βασική προθεσμία και με τον προηγούμενο ΚΦΕ και με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας είναι πενταετής. Συγκεκριμένα η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου ή πράξεων προσδιορισμού φόρων δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Tο δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή του φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο της πενταετίας με ειδικές προβλέψεις παράτασης ενός έτους, όταν υποβληθεί τροποποιητική δήλωση εντός του πέμπτου έτους της προθεσμίας παραγραφής, όταν ζητηθούν πληροφορίες από χώρα της αλλοδαπής και όταν ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή ή ένδικο βοήθημα ή μέσο.

Με βάση αυτά όταν δεν υπάρχουν συμπληρωματικά στοιχεία (νέα στοιχεία) και με βάση τον κανόνα έχει ήδη παραγραφή και η χρήση 2010.

3.2. Όταν υπάρχουν νέα στοιχεία (συμπληρωματικά στοιχεία) κατά τα άρθρα 84 παρ.4 και 68 παρ.2 του ν.2238/1994 (προηγούμενος ΚΦΕ), το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής για την επιβολή φόρων παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, εφόσον έχουν περιέλθει στον προϊστάμενο ΔΟΥ νέα στοιχεία μετά την βασική προθεσμία παραγραφής.

Με βάση αυτά όταν υπάρχουν συμπληρωματικά στοιχεία (νέα στοιχεία) και με βάση τον κανόνα έχει ήδη παραγραφεί και η χρήση 2005.

3.3. Σημειώνουμε ότι στην περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί δήλωση φόρου εισοδήματος ή παρακρατούμενων φόρων, η παραγραφή είναι δεκαπενταετής για τις χρήσεις πριν το 2014.

3.4. Τέλος θέλουμε να επισημάνουμε προς προβληματισμό ότι με την παρ. 3 του άρθρο 36 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ) οι πράξεις προσδιορισμού φόρων «σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής» μπορούν να εκδοθούν εντός είκοσι (20) ετών από τη λήξη του έτους. Με την μεταβατική διάταξη παρ. 11 του άρθρου 72 του ΚΦΔ ορίζεται ότι οι διατάξεις για την εικοσαετή παραγραφή σε περίπτωση φοροδιαφυγής δεν αρχίζουν την 1-1-2014 αλλά «και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά τη θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί».

Με βάση τις διατάξεις αυτές ως έχουν εάν βρεθεί φοροδιαφυγή (τιμωρούμενη ποινικά με το άρθρο 66 του ΚΦΔ) έχει παραγραφή και το έτος 2007 και μπορεί να γίνει έλεγχος από τη χρήση 2008. Λαμβανομένου όμως το σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ 1738/2017 είναι πλέον πολύ πιθανό ότι η διάταξη αυτή κρίνεται «ως ανίσχυρη και αντικείμενη στο Σύνταγμα» δεδομένου ότι τροποποίησε αναδρομικά σε βάρος των φορολογουμένων το νομικό καθεστώς που ίσχυε στο συγκεκριμένο χρόνο. Σε αυτή την περίπτωση η εικοσαετής παραγραφή σε περίπτωση φοροδιαφυγής τιμωρούμενης κατά το άρθρο 66 του ΚΦΔ θα μπορούσε να έχει έναρξη ίσχυος από το έτος 2012 και μετά και όχι από το 2008.

πηγή :Forin.gr Σταματόπουλος


Αν σας άρεσε αυτό το άρθρο κοινοποιήστε το!